Η απελευθέρωση των Ιωαννίνων στις 21 Φεβρουαρίου 1913 μέσα από ιστορικά κείμενα (4 λιθογραφίες)

 Του Μάριου Μπίκα
Η απελευθέρωση των Ιωαννίνων στις 21 Φλεβάρη 1913  σήμανε την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό όλης τη Ηπείρου. Ο ελληνικός στρατός κάτω από τις δύσκολες καιρικές συνθήκες της εποχής εκείνης, χιόνια, παγωνιά,  βροχή, ομίχλη και αέρα,  αγωνίστηκε με όλες του τις
δυνάμεις για να φτάσει στην τελική νίκη.
-  Αντιστρατήγου Θεόδωρου Πάγκαλου : Τα Απομνημονεύματά μου, Τ.Α 1897-1913, Αθήναι 1950,    σελ. 260
« Η περίοδος αυτή των Επιχειρήσεων μέχρι της ημέρας της γενικής επιθέσεως υπήρξε και η σκληροτάτη δια τον στρατόν της Ηπείρου.  Ο χειμών ήτο εξαιρετικώς δριμύς και η χιών επί πολλάς ημέρας εις πάχος άνω των 30 εκατ. εκάλυπτε το έδαφος, ενώ οι ατυχείς στρατιώται παρέμενον νυχθημερόν υπό τα πτωχικά τους αντίσκηνα. Επί δυνάμεως 750 ανδρών του τάγματός μου, 250 άνδρες ήσαν άχρηστοι ένεκα οδυνηρών κρυοπαγημάτων των κάτω άκρων. Περί τους δεκαπέντε ευζώνους υπέστησαν ακρωτηριασμό των δακτύλων των ποδών. Διέμενον εις διάτρητον σκηνήν, την οποίαν είχε κυριεύσει το τάγμα κατά την μάχης της  7ης Ιανουαρίου (1913)
Κατά τη νύκτα ήκουον εκ της σκηνής μου τους γογγυσμούς των ανδρών, ένεκα των ισχυρών πόνων των ποδών, διότι φαίνεται ότι τα κρυοπαγήματα γίνονται πολύ οδυνηρότερα, όταν θερμαίνονται. Και όμως παρ’ όλα ταύτα οι πλείστοι των ανδρών παρέμενον εις τα τάξεις των, αρνούμενοι να διακομισθούν προς τας χειρουργεία. Ενθυμούμαι έναν εύζωνον, όστις έπασχε δεινώς που όταν διέταξα να μεταφερθεί εις το Νοσοκομείο με ικέτευε δακρύων να τον αφήσω, υποσχόμενος ότι  “ και σούρνοντας ακόμη θα ακολουθήσει το τάγμα του για να μπει στα Γιάννενα “  »
-  Επίτομη ιστορία των Βαλκανικών Πολέμων 1912 – 1913 Τ.Β.
Γενικό Επιτελείο Στρατού. Διεύθυνση ιστορία Στρατού
Σελ.187  (…) « Η απελευθέρωση των Ιωαννίνων, πέρα από την εξουδετέρωση κάθε σοβαρής τουρκικής αντιστάσεως στην  Ήπειρο και την κυρίευση σημαντικού πολεμικού υλικού, είχε πρώτιστα σοβαρή επίδραση στο ελληνικό γόητρο, το οποίο μετά και από την επιτυχία αυτή εξυψώθηκε διεθνώς ».
Ο Εσάτ Πασάς
Ο Εσάτ πασάς (1862 – 1952) γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Γιάννινα. Ήταν απόγονος της ξακουστής ελληνικής οικογένειας των Γλυκήδων, από το χωριό Γλυκή της Παραμυθιάς. Είχε όμως και ζαγορίσια καταγωγή από το χωριό Μπούλτζη[1], τη σημερινή Ελάτη ;
Ο πατέρας του Mehmet Ermin Efendi  χρημάτισε δήμαρχος στην πόλη των Ιωαννίνων.
Το 1890 αποφοίτησε από τη στρατιωτική Ακαδημία του Βερολίνου.
Το 1912 - 1913 ως  αρχιστράτηγος των τουρκικών στρατιωτικών δυνά-μεων, υπερασπίστηκε την πόλη των Ιωαννίνων από τις επιθέσεις του ελληνικού στρατού.  Όταν όμως διαπίστωσε ότι όλα τα τουρκικά οχυρά έπεσαν στις ένοπλες ελληνικές δυνάμεις, για να σώσει  την πόλη από την ολοκληρωτική καταστροφή και να σταματήσει την αιματοχυσία, απευθύνθηκε στους προξένους της Γαλλίας, της Ρωσίας, της Ρουμανίας και της Αυστροουγγαρίας, καθώς και στο Μητροπολίτη Γερβάσιο για την παράδοση της πόλης.  Στις 20 Φλεβάρη 1913 και ώρα 23.00 δύο (2) Τούρκοι αξιωματικοί συνοδευόμενοι από τον Επίσκοπο Δωδώνης επέδωσαν στο ελληνικό στρατηγείο επιστολή του Εσάτ πασά και των προξένων για την άνευ όρων παράδοση των τουρκικών δυνάμεων και της πόλης των Ιωαννίνων. Σύμφωνα με τις επιστολές αυτές στις 04. 30 της 21 Φλεβάρη 1913 υπογράφτηκε το σχετικό Πρωτόκολλο. Από την ώρα αυτή η πρωτεύουσα της Ηπείρου, τα Ιωάννινα, ήταν  ελεύθερα, ελληνικά !!
Στις 2 Δεκεμβρίου του 1913 ο Εσάτ πασάς αναχώρησε από την Αθήνα για την Κωνσταντινούπολη.
Στις 10 Δεκεμβρίου διορίστηκε αρχηγός του Τρίτου Σώματος στρατού στην Καλλίπολη. …
Και  το 1952 απεβίωσε στην Κωνσταντινούπολη.  
-  Ηπειρωτική Εστία (περιοδικό) , Φεβρουάριος 1961, τ. 106, σελ. 131
(…)  Δεν έμοιαζε (ο Εσσάτ πασάς) ούτε κάν τους συμπολίτες του Τουρκογιαννιώτες. Τα ευγενικά του χαρακτηριστικά, το ρόδινο λεπτό του δέρμα πρόδιναν τη ζαγορίσια καταγωγή του. Απόγονος της αρχοντικής γιαννιώτικης οικογενείας των Γλυκήδων, των ξακουστών τυπογράφων της Βενετιάς και με άλλους προγόνους στην αριστοκρατική Μπούλτζη του Ζαγοριού, μπορούσε να γίνει σαν εξωμότης, σκληρός για τα Γιάννινα τύραννος, όπως και άλλοι Τουρκογιαννιώτες. Αλλά δεν το θέλησε. Κι όταν ο Κεμάλ ανάγκαζε τους Τούρκους να πάρουν και από ένα επίθετο, ο Εσσάτ προτίμησε το Μπουλζιάτ Γιάνγιαλη (Εσσάτ __ __ ) για να τιμήσει τις γενέτειρες των προγόνων του. Αν ήθελε, το λίγο καλαμπόκι που μοίραζαν στους Χριστιανούς, θα το έδινε στους στρατιώτες, που πεινούσαν. Δεν το έκανε, αν και τους έβλεπε να βγάνουν ρίζες στα χωράφια και να τις μασούν ωμές. Χριστιανοί είδαν Τούρκους στρατιώτες, φυγά-δες του μετώπου να τριγυρίζουν στα σφαγεία για να βρουν κανένα πεταμένο παχύ έντερο, να το ξεπλύνουν πρόχειρα στο νερό της λίμνης και να το καταπιούν ωμό.
Ο Θεός ας αναπαύσει τη χριστιανική ψυχή του μωαμεθανού Εσσάτ που μπόρεσε και ξεχώρισε το χριστιανικό καθήκον από το στρατιω-τικό. Διαφορετικά οι Γιαννιώτες Χριστιανοί δε θα ζούσαν για να χειροκροτήσουν στις 21Φεβρουαρίου τους ελευθερωτές αδελφούς τους, κι ούτε θα δοκίμαζαν την ανεκλάλητη χαρά της λευτεριάς »

-   Αντιστρατήγου Θεόδωρου Πάγκαλου (ό.α), σελ. 260

(…) « Φόρος τιμής ιδία οφείλεται εις τους υπερόχους αρχηγούς του στρατού εκείνου Εσσάτ και Βεχήπ, οίτινες ήσαν οι οργανωταί και εμπνευσταί της θαυμασίας εκείνης αντιστάσεως. Οι δύο ούτοι στρατηγοί κατήγοντο εξ Ελληνικής οικογενείας των Ιωαννίνων εξισλαμισθείσης (οικογένεια Γλυκά). Ομίλουν απταίστως την Ελληνικήν και ησθάνοντο θερμήν αγάπην δια την Ελλάδα ».
-  Το Βήμα (εφημερίδα), 23 Φλεβάρη 1953, σ. 5  (Μπόκα Ευάγγελου)
Το ξίφος του Εσάτ πασά
Μετά την παράδοση των Ιωαννίνων όλοι οι αιχμάλωτοι Τούρκοι, 1.000 αξιωματικοί και 32.000 στρατιώτες,  μεταφέρθηκαν στην Αθήνα. Εκεί ο Εσάτ πασάς μέχρι την αναχώρησή του για την Κωνσταντινούπολη, 2 Δεκεμβρίου 1913, φιλοξενήθηκε στο σπίτι του στρατηγού Θεόδωρου Πάγκαλου. Φεύγοντας για την Τουρκία,  εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του για την καλή φιλοξενία και χάρισε στον Πάγκαλο το προσωπικό του ξίφος. Το ξίφος αυτό  σήμερα φυλάσσεται στη συλλογή του εγγονού του στρατηγού,  Θεόδωρου Πάγκαλου, (πολιτικού του ΠΑΣΟΚ)
( Βλ. Πρωινά Νέα, (εφημερίδα), Ιωάννινα 08. Ιουλίου 2011 « Το ξίφος του Εσσάτ πασά …», του Φιλήμονα Καραμήτσου
Ο  θάνατος του ποιητή Λορέντζου Μαβίλη  

Η πολιορκία των Ιωαννίνων άρχισε τον Οκτώβριο του 1912 από όλα τα σημεία του ορίζοντα. Στις 28 Νοεμβρίου του  ιδίου έτους ο Λορέντζος Μαβίλης, εθελοντής στο σώμα των Γαριβαλδινών[2], πολεμούσε ενα-ντίον των Τούρκων στο ύψωμα Δρίσκο, ανατολικά των Ιωαννίνων. Εκεί τον βρήκε μια σφαίρα του εχθρού και του τρύπησε τα δύο μάγου-λα, καταστρέφοντας και πολλά από τα δόντια του. Αιμόφυρτο, ενώ τον μετέφεραν στο πρόχειρο νοσοκομείο, τον βρήκε και δεύτερη σφαίρα στο  στόμα και τον άφησε νεκρό. Λίγο προτού πεθάνει αναφώνησε τα τελευταία του λόγια:
« Επερίμενα πολλές τιμές από τούτον τον πόλεμο, αλλά όχι και την τιμή να θυσιάσω τη ζωή μου για την Ελλάδα μου ».
Ο Λορέντζος Μαβίλης (1860 – 1912)
Ο ποιητής Λορέντζος Μαβίλης γεννήθηκε το 1860 στην Ιθάκη. Ο παππούς του, από τον πατέρα του, ήταν ισπανικής καταγωγής. Μεγάλω-σε στην Κέρκυρα. Σπούδασε στη Γερμανία. Το 1890 με τη διατριβή του για το βυζαντινό χρονογράφο Σκυλίτση αναγορεύτηκε διδάκτορας φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο Erlangen της Βαυαρίας Η μητέρα του Ιωάννα Σούφη ήταν ανιψιά του Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια. Αγωνίστηκε για την απελευθέρωση της Κρήτης, της Μακεδονίας και της Ηπείρου. Το 1910 εξελέγη βουλευτής Κερκύρας με το κόμμα των Φιλελευθέρων του Ελευθερίου Βενιζέλου. Υπερασπίστηκε  τη Δημοτική γλώσσα. Δημοσίευσε πολλά ποιήματα σε διάφορα περιοδικά, χωρίς να εκδώσει κάποια συλλογή. Τα ποιήματά του εξέδωσε το 1915 ο Κ. Θεοτόκης.

                Ύμνος στον ήλιο της Ελλάδος              

Πατρίδα σαν τον ήλιο σου ήλιος αλλού δε λάμπε,
Πώς εις το φως του λαχταρούν η θάλασσα κι οι κάμποι,
πώς λουλουδίζουν τα βουνά, τα δάση  οι λαγκαδιές,
στέλνοντάς σου θυμίαμα μυριάδες μυρωδιές !
Αφρολογούν οι ρεματιές και λαχταρίζει  η λίμνη,
χίλιες πουλιών λαλιές  ηχούν, της ομορφιάς σου ύμνοι.
Σ’ άπειρ’ αστράφτουν χρώματα, παντού, λογής λογής,
Του αγέρος  τα πετούμενα, τα σερπετά της γης.
Κι αυτός σηκώνει το ελαφρό της καταχνιάς μαγνάδι,
η κάθε στάλα από δροσιά γυαλίζει σαν πετράδι,
η κάθ’  αχτίδα του σκορπά με την αναλαμπή
χαρά, ζωή και δύναμη,  κι ελπίδα, όπου κι αν μπει. (… )
  Λορέντζος Μαβίλης
(Από τη μεγάλη σχολική  ανθολογία του Ευάγγελου Πεντέα, σελ.57)
Βιβλιογραφία
-   Ηχώ του Λονδίνου (εφημερίδα), 1912 :
-  Θεόδωρου Πάγκαλου « Τα Απομνημονεύματά μου», Τ.Α  1897-1913, Αθήναι 1950   
-  Το Βήμα (εφημερίδα), 23 Φλεβάρη 1953, σ. 5  (Μπόκα Ευάγγελου)
-  Ηπειρωτική Εστία (περιοδικό) , Φεβρουάριος 1961, τ. 106
Επίτομη ιστορία των Βαλκανικών Πολέμων 1912 – 1913 Τ.Β.
-  Γενικό Επιτελείο Στρατού.  Διεύθυνση ιστορία Στρατού
-  Πρωινά Νέα, Ιωάννινα,:  08. Ιουλίου 2011 (Φιλήμων Καραμήτσος)
-   Η εφημερίδα Στόχος, Ιωάννινα,21.02.2011
-  Palmografos. com Ο ποιητής Λορέντζος Μαβίλης και ο ηρωικός του θάνα-τος – του Τάσου Κοντογιαννίδη.


[1] . Το 1934 o Εσάτ πασάς ονομάστηκε  Mehmet Esat Bülkat
[2]. Γαριβαλδινοί :   Σώμα εθελοντών στρατιωτών, που ίδρυσε ο  Ιταλός Γαριβάλντι το 1862. Οι Γαριβαλδινοί βοηθούσαν τους λαούς που επεδίωκαν να αποκτήσουν  την ελευθερία τους.  Στην Ελλάδα για πρώτη φορά  έλαβαν μέρος το 1897 με 800 άντρες.
[3]. Palmografos. com Ο ποιητής Λορέντζος Μαβίλης και ο ηρωικός του θάνατος – του Τάσου Κοντογιαννίδη.