"Χτύπημα" παπα Τσαρκνιά (παριστάνει τον Μητροπολίτη στα Σκόπια)


Μιλάει για γενοκτονία των "Τσάμηδων" και χαρακτηρίζει την "Τσαμουριά", δηλ. την Θεσπρωτία,  "μια ιλλυρική χώρα υπό Ελληνική κατοχή". 
Ο αποσχηματισμένος από την Ελληνική Εκκλησία κληρικός Νικόδημος Τσαρκνιάς, ο οποίος εμφανίζεται ως Μητροπολίτης της "Μακεδονικής Εκκλησίας", προκαλεί, κάνοντας λόγο για γενοκτονία των Τσάμηδων και θεωρώντας την Θεσπρωτία "ιλλυρική χώρα υπό Ελληνική κατοχή".Χωρίς ίχνος ιστορικής αλήθειας, ισχυρίζεται ότι οι Έλληνες "έδιωξαν τους Τσάμηδες, κράτησαν, όμως, την Τσαμουριά". Να τι ανθελληνικά (αν και ο ίδιος είναι Ελληνικήςκαταγωγής) γράφει, μεταξύ άλλων,ο παπα Τσαρκνιάς: "Στα Μουσουλμανικά χωριά της ορεινής Θεσπρωτίας και Παραμυθιάς δεν υπήρχαν Ελληνες. Κατοικούντο εδώ και αιώνες από  Μουσουλμάνους Τσάμηδες, απόγονους των αρχαίων Μολοσσών.
Τον Οκτώβριο 1914 υπογράφηκε το πρωτόκολλο της Φλωρεντίας βάσει του οποίου ιδρύθηκε το Αλβανικό κράτος και χαράχθηκαν τα σημερινά ελληνοαλβανικά σύνορα. Παρά τις διαμαρτυρίες των κατοίκων η περιοχή Τσαμουριάς με αμιγή Αλβανομουσουλμανικό πληθυσμό προσαρτήθηκε  στην ΕλλάδαΤο 1940 ο δικτάτορας Ιωάννης Μεταξάς εξορίζει 3.000 Τσάμηδες στα ξερονήσια του Αιγαίου ως ύποπτους φιλοϊταλικών φρονημάτων. Πολλοί εξοντώνονται στην εξορία. Την περίοδο 1941-1944 η περιοχή καταλαμβάνεται από τον Ιταλικό στρατό και οι γηγενείς Τσάμηδες τον δέχονται ως ελευθερωτή. Το καλοκαίρι του 1944 μετά την κατάρευση του Αξονα, οι ακροδεξιοί αντάρτες του ΕΔΕΣ με αρχηγό τον Ζέρβα εφορμούν στην Τσαμουριά και κατασφάζουν 3.200 αμάχους Μουσουλμάνους. Περισσότερα από 100 τζαμιά κατεδαφίζονται. Το μίσος κατά του Ισλάμ αποτελεί το πρωταρχικό κίνητρο των εισβολέω. Τον Νοέμβριο 1941 η Ελλάδα που εποφθαλμιούσε ανέκαθεν την λεγόμενη "Βόρειο Ηπειρο"  στο νότιο τμήμα του Αλβανικού εδάφους όπου ζούσαν 100.000 ελληνίζοντες Αλβανοί ορθοδόξου θρησκεύματος,   τέθηκε σε εμπόλεμη κατάσταση με την Αλβανία. Αιτία στάθηκε η  εισβολή του Ελληνικού στρατού στο Αλβανικό έδαφος  υπό το πρόσχημα της καταδίωξης των ΙταλώνΣε διάστημα δύο μηνών ο ελληνικός στρατός του δικτάτορα Μεταξά αντί να περιορισθή στην άμυνα των ελληνικών συνόρων, κατέλαβε το μεγαλύτερο τμήμα της "Βορείου Ηπείρου" και εγκατέστησε καθεστώς στρατιωτικής κατοχής αποβλέποντας στην προσάρτιση της περιοχής στην Ελλάδα. Το 1945 παρά την ήττα της Ιταλίας και Γερμανίας, η εμπόλεμη κατάσταση με την Αλβανία συνεχίστηκε επί 58 ολόκληρα χρόνια.  Τερματίσθηκε το 1998 με αμοιβαία διπλωματική διακήρυξη των δύο χωρών. Σήμερα οι 200.000 Τσάμηδες που ζουν στο Αλβανικό έδαφος αποτελούν την κύριο μοχλό πίεσης προς την Ελλάδα. Διαθέτουν πολιτικό κόμμα, Το 1937 ο δικτάτορας Ιωάννης Μεταξάς εκδίδει τον υπ' αρ. 735/8/15-6-1935 "Νόμο" που αφορά τις περιουσίες των Τσάμηδων. Οι ελληνικές Αρχές δεν αναγνωρίζουν τους όρους Τσαμουριά και Τσάμηδες. Χρησιμοποιούν την φράση "Μουσουλμάνοι επικαλούμενοι Αλβανική καταγωγή". Με το δικτατορικό αυτό διάταγμα άνοιξε ο δρόμος γιά την αρπαγή των περιουσιών των Τσάμηδων από το ελληνικό κράτος. Το καλοκαίρι του 1944, με την επέλαση των ανταρτών του ΕΔΕΣ υπό την αρχηγία του Ναπολέοντα Ζέρβα, το έγκλημα ολοκληρώθηκε. Οι Τσάμηδες εκδιώχθηκαν στο  Αλβανικό έδαφος και οι περιουσίες τους δημεύθηκαν. Μετά την κατάρευση του κομμουνιστικού καθεστώτος στην Αλβανία, οι νεοσύστατες οργανώσεις των Τσάμηδων άρχισαν να "βομβαρδίζουν"  την Ελλάδα στους διεθνείς Οργανισμούς. Το 1999 πραγματοποίησαν  εντυπωσιακή εμφάνιση στην διάσκεψη μειονοτήτων στην Κωσταντινούπολη προβάλοντας φωτογραφικό υλικό με τις ωμότητες που διέπραξαν οι Ελληνες το 1944. Μετά το τέλος του Β΄ Π.Π. εκδόθηκε από την κυβέρνηση Πλαστήρα ειδική ποινική διάταξη για την τιμωρία των συνεργασθέντων με Γερμανούς, Ιταλούς και Βούλγαρους. Με την Συντακτική Πράξη αριθ. 6 της 20ης Ιανουαρίου 1945 και τον αναγκαστικό νόμο 533/1945 ορίσθηκαν οι λεπτομέρειες για την συγκρότηση Εκτακτων Ειδικών δικαστηρίων δοσιλόγων που θα εκδίκαζαν τις σχετικές υποθέσεις. Το άρθρ. 2 της Σ.Π. 6/1945 προέβλεπε ότι ανάλογα με την βαρύτητα της πράξης του καταδικασθέντα, το ειδικό δικαστήριο μπορούσε να επιβάλλει μερική ή ολική δήμευση της περιπουσίας του. Βάσει αυτών των διατάξεων καταδικάσθηκαν ερήμην σε θάνατο την 23η Μαίου 1945  χίλιοι εννιακόσιοι τριάντα (1.930) Τσάμηδες  από το ειδικό δικαστήριο δοσιλόγων των Ιωαννίνων (Απόφαση 344/1945). Από το ίδιο δικαστήριο καταδικάσθηκαν την 27η Μαϊου 1946 ερήμην σε θάνατο άλλοι εκατόν εβδομήντα εννέα (179) Τσάμηδες (απόφαση 344/1946). Σε όλους τους καταδικασθέντες επιβλήθηκε ολική δήμευση της περιουσίας. Σύμφωνα με απόρρητες  εκθέσεις  συγκροτήθηκε  στρατός 5.000 ενόπλων στην παραμεθόρια ζώνη με την Ελλάδα. Αποκαλείται Απελευθερωτικός στρατός Τσαμουριάς (UCC) και διαθέτει ελαφρύ οπλισμό που προέρχεται από Αλβανικά στρατόπεδα. Στην διάρκεια του  2001  τρεις βομβιστικές επιθέσεις στην περιοχή Τσαμουριάς (εναντίον της τοπικής Μητρόπολης, ενός αστυνομικού σταθμού και ενός πυλώνα της ΔΕΗ), πέρασαν στα ψιλά των ελληνικών ΜΜΕ με έκδηλη προσπάθεια υποβάθμισης. Στο μεταξύ η στάση της ελληνικής κυβέρνησης παραμένει αρνητική. Δηλώνει πως "δεν τίθεται θέμα Τσάμηδων". Το ερώτημα είναι μέχρι πότε; Οι Τσάμηδες έχουν ιδρύσει στην Αλβανία τον "Σύνδεσμο της Τσαμουριάς" μιά 100μελή άτυπη βουλή που εκπροσωπεί τους φυγάδες. Ο Σύνδεσμος αυτός έγινε μέλος της "οργάνωσης υπο-αντιπροσωπευμένων λαών" του ΟΗΕ το 1995, μια ενέργεια στην οποία δεν αντέδρασε η ελληνική κυβέρνηση. Στην Αλβανία οι Τσάμηδες έχουν ιδιαίτερη δυναμική μαζί με τους Κοσσοβάρους. Και αυτό γιατί από τους Αλβανούς θεωρούνται εκπρόσωποι των "σκλαβωμένων" πατρίδων (Κόσοβο - Τσαμουριά). Αξίζει να σημειωθεί στις 30 Ιουνίου 1994 η αλβανική βουλή καθιέρωσε ομόφωνα την 27 Ιουνίου ως ημέρα Γενοκτονίας των Τσάμηδων. Μπορεί η Τσάμικη υπόθεση να μετατραπεί σε  μήλο της έριδας ανάμεσα στε Αλβανία και  Ελλάδα; Στα πρωτοσέλιδα των Αλβανικών εφημερίδων, στις πολιτικές συζητήσεις όπως και στα συνθήματα των πολιτικών συγκεντρώσεων εμφανίζεται όλο και περισσότερο το θέμα Τσαμουριά. Ηδη ένας σύλλογος με το όνομα «Tσαμουριά» δραστηριοποιείται στην Αλβανία.  Συμβολικά ένας δρόμος στα Τίρανα ονομάσθηκε Οδός Τσαμουριάς. Τελικά τι αντιπροσωπεύει η Τσάμικη υπόθεση που κάποιες φορές φαίνεται  να ξεχνιέται και άλλες φορές εμφανίζεται στο προσκήνιο. Μία έκθεση της Διεθνούς Ομάδας Κρίσης αναφέρει τα εξής: "Οι Τσάμηδες είναι Αλβανοί στην εθνικότητα, οι περισσότεροι  είναι μουσουλμάνοι οι οποίοι ιστορικά κατοικούσαν μεταξύ του Βουθρωτού και του Καλαμά μέχρι και ανατολικότερα έως τους πρόποδες της Πίνδου. Η περιοχή, που οι Τσάμηδες ζούσαν, ήταν κομμάτι της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας η οποία στη συνέχεια κατακτήθηκε από τους Βυζαντινούς. Οι περισσότεροι Τσάμηδες έγιναν μουσουλμάνοι μετά την Οθωμανική κατοχή. Η περιοχή που ζούσαν,  παραδόθηκε στην Ελλάδα το 1913 μετά την απόφαση της Διάσκεψης των Πρεσβευτών. Αργότερα,ο αριθμός των Τσάμηδων, διωγμένων με  βία από την Ελλάδα προς  Αλβανία στη διάρκεια και μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ανήλθε σε 35.000  άτομα". Ανεξάρτητα από τον αριθμό των διωγμένων, για τον οποίο  οι εκτιμήσεις δεν συγκλίνουν, αυτό που έχει σημασία είναι η διεκδικούμενη περιουσία και η αξία της. Οι εκτιμήσεις του Αλβανικού Γραφείου Μεσολαβήσεων, υπεύθυνου μέχρι το 1990 για την διαπραγμάτευση των αλβανικών περιουσιών εκτός πολιτικών συνόρων της  Αλβανίας, δημοσιευμένες πρόσφατα στην εφημερίδα «Σέκουλι (Shekulli)», δείχνουν ότι το 1940 εκτός από σπίτια και οικόπεδα, στους Τσάμηδες ανήκαν  δάση, η έκταση των οποίων έφτανε τα 650 χιλιάδες στρέμματα, 108 χιλιάδες βοσκότοποι και 300 χιλιάδες στρέμματα καλλιεργήσιμης γης. Με βάση τις ίδιες εκτιμήσεις, η αξία των παραπάνω περιουσιών φτάνει περίπου 1 δισεκατομμύριο δολάρια. Ενώ με βάση τα λεγόμενα του συλλόγου Τσαμουριά η συνολική αξία των Τσάμικων περιουσίων στο τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου ήταν 340 εκατομμύρια δολάρια, η οποία με την σημερινή αξία υπολογίζεται στα 2,5 δις. ευρώ, υπογραμμίζεται στην έκθεση της Διεθνούς Ομάδας Κρίσης. Ένας από τους θερμούς πολιτικούς υποστηρικτές της υπόθεσης, ο πρωθυπουργός   Σαλί Μπερίσα, στη διάρκεια της θητείας του δεν διατύπωσε καμμιά δημόσια απαίτηση από την Ελλάδος σχετικά με την υπόθεση των Τσάμηδων. Όμως, από την άλλη πλευρά, δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο η λύση του προβλήματος να έχει συζητηθεί μεταξύ των δύο πλευρών αλλά απλά να έχουν συμφωνήσει να μη δει το φως της δημοσιότητας.      Έτσι αποδεικνύεται ότι ο λογαριασμός της υπόθεσης είναι αρκετά μεγάλος ώστε να μην είναι υπολογίσιμος όταν συζητούνται οι ελληνο-αλβανικές σχέσεις. Αλλά πώς κινείται η επίσημη πολιτική των Τιράνων;Όσον αφορά τους σημερινούς ηγέτες του Αλβανικού κράτους, χειρίζονται το θέμα ως περιουσιακό ζήτημα και όχι ως εδαφικό, όπως μπορούν να το δαιμονοποίησουν οι Έλληνες ακροδεξιοί οι οποίοι μάλιστα προχωρούν περισσότερο συνδέοντας την Τσαμουριά με την αυξανόμενη παναλβανική επεκτατικότητα μετά την ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου.Οι εκπρόσωποι του συλλόγου "Τσαμουριά" ισχυρίζονται ότι η Ελλάδα αρνείται να αναγνωρίσει το ανθρώπινο δικαίωμα της ιδιωτικής περιουσίας, κρατώντας σε ισχύ τον νόμο για την εμπόλεμη κατάσταση με την Αλβανία και κατηγορώντας τη μειονότητα αυτή ως συνεργάτρια των Γερμανών μέχρι το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Η μη άρση του νόμου αυτού (για την εμπόλεμη κατάσταση) για περίπου 60 χρόνια μπλοκάριζε την επιστροφή της περιουσίας των Αλβανών, ειδικά των Τσάμηδων που είχαν ζήσει στην Ελλάδα και στη συνέχεια εκδιώχθηκαν με τη βίας.Ο Αλβανός  πρωθυπουργός Μέτα  μίλησε για πρώτη φορά δημόσια για την Τσάμικη υπόθεση στη διάρκεια της πρώτης του επίσκεψης στην Ελλάδα. Η άμεση απάντηση που πήρε από τον Έλληνα ομόλογό του Κώστα Σημίτη ήταν: "Για μας αυτή η υπόθεση δεν υφίσταται". Μετά από αυτή την απάντηση οι φωνές στην Αλβανία σχετικά με το ζήτημα δυνάμωσαν. Στην πραγματικότητα, η υπόθεση των Τσάμηδων  φαίνεται περίπλοκη. Καμία νομική πρωτοβουλία δεν έχει κινηθεί και καμία συλλογική ή ατομική προσφυγή δεν έχει υποβληθεί μέχρι τώρα στο Δικαστήριο του Στρασβούργου. Αυτοί που μιλάνε για τις νομικές διαστάσεις της Τσάμικης υπόθεσης τις συνδέουν με τα πολιτικά εμπόδια. Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τη θέση σε ισχύ του Βασιλικού Διατάγματος του νόμου 2636 της κυβέρνησης του στρατηγού Μεταξά ως απάντηση στην Ιταλική επίθεση εναντίον της Ελλάδας από το Αλβανικό έδαφος. Η Ελλάδα χωρίς καμία μεσολάβηση Διεθνούς Ανεξάρτητης Αρχής κήρυξε πόλεμο εναντίον της Ιταλίας και της Αλβανίας. Από τα αρχεία του Υπουργείου Εξωτερικών της Αλβανίας μαθαίνουμε ότι το παραπάνω βασιλικό διάταγμα εξασφάλισε, εκτός των άλλων, τη διαδικασία κατάσχεσης περιουσιακών στοιχείων των Αλβανών. Και αυτό γιατί, με βάση το διάταγμα, η Ιταλία και η Αλβανία κηρύχτηκαν εχθρικά κράτη. Οι περιουσίες των Αλβανών στην αρχή πέρασαν στην δικαιοδοσία του Υπουργείου Οικονομικών το οποίο από την πλευρά του τα παρέδωσε για διαχείριση σε διάφορους έλληνες πολίτες παίρνοντας από αυτούς το 15% του ετήσιου εισοδήματός τους. Η ακύρωση του νόμου αυτού από την κυβέρνηση του Τσολάκογλου, υπό την προστασία των γερμανικών δυνάμεων, δεν αναγνωρίστηκε από την ελληνική κυβέρνηση του 1944, η οποία το επανεργοποίησε με το νόμο 13 του ίδιου χρόνου και από τότε παραμένει σε ισχύ. Ανεξάρτητα από διορθώσεις σχετικά με την εξαίρεση από το νόμο μερικών περιουσιακών στοιχείων των Αλβανών πολιτών ελληνικής καταγωγής, την έναρξη διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Ελλάδος και Αλβανίας το 1971, την υπογραφή της Συνθήκης καλής γειτονίας και συνεργασίας μεταξύ των δυο χωρών  το 1996, ο παραπάνω νόμος συνεχίζει να βρίσκεται σε ισχύ. Υπάρχει ένα σχέδιο νόμου της ελληνικής κυβέρνησης το 1989 για την κατάργηση του νόμου αυτού αλλά ποτέ δεν ψηφίστηκε στη ελληνική βουλή. Διαφαίνεται ότι η παράλειψη απενεργοπίησης του νόμου κρύβει το ελληνικό δίλημμα: ο νόμος διεθνώς δεν υφίσταται ούτε στις σχέσεις με την Αλβανία, προπαντός όταν μεταξύ των δυο χωρών υπάρχει μια Συνθήκη καλής γειτονίας και συνεργασίας, απλά υφίσταται εσωτερικά σε σχέση με τα δημευμένα Αλβανικά περιουσιακά στοιχεία που βρίσκονται στο ελληνικό έδαφος"